Φωτογραφία

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΗΝ ΤΡΙΠΟΛΗ ΜΕ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΤΙΣ ΠΡΟΤΟΜΕΣ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΝΙΚΗΤΑ ΣΤΑΜΑΤΕΛΟΠΟΥΛΟΥ ( ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ) ΚΑΙ ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΥ ΒΡΕΣΘΕΝΗ

Νικήτας Σταματελόπουλος, γνωστότερος ως Νικηταράς(Νέδουσα Μεσσηνίας, 1782 – Πειραιάς, 25 Σεπτεμβρίου 1849), ήταν Έλληνας οπλαρχηγός και ηγετική μορφή της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Έμεινε γνωστός και μέσα από το ψευδώνυμό του, ως ο Τουρκοφάγος. Ο Νικηταράς από πολύ νεαρή ηλικία εντάχθηκε ως “μπουλουξής” (επικεφαλής μπουλουκιού) στο σώμα του περιώνυμου κλέφτηΖαχαριά, όπου διακρίθηκε για την ανδρεία του. Το 1805, μετά το διωγμό των κλεφταρματολών του Μοριά, πήγε στη Ζάκυνθο που τότε την κατείχαν Ρώσοι. Αργότερα επέστρεψε στα Επτάνησα και υπηρέτησε τους Γάλλους που τα είχαν καταλάβει. Μετά την κατάληψη των Επτανήσων από τους Βρετανούς, κατατάχθηκε ως αξιωματικός στα Ελληνικά Τάγματα υπό τον Ρίτσαρντ Τσωρτς και εστάλη στη νότια Ιταλία, για να πολεμήσει τον Βοναπάρτη. Όταν τα Τάγματα διαλύθηκαν παρέμεινε στη Ζάκυνθο. Στις 18 Οκτωβρίου 1818, ενώ βρισκόταν στην Καλαμάτα, μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Ηλία Χρυσοσπάθη. Με την έκρηξη της Επανάστασης, πήρε μέρος στην πρώτη μάχη που δόθηκε στο Βαλτέτσι της Αρκαδίας,και μετά στη Μάχη των Δολιανών.Ο Νικηταράς που κρατούσε με 450 άντρες τα Άνω Δολιανά, κατάφερε να αποκρούσει χιλιάδες Τούρκους που επιτέθηκαν με τη βοήθεια πυροβολικού. Επειδή έπεσαν πολλοί Τούρκοι από το χέρι του εκείνη την ημέρα, οι άντρες του τον ονόμασαν “Τουρκοφάγο”.Διακρίθηκε και στις μάχες που ακολούθησαν, όπου συνεργάστηκε με τον θείο του, τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, κυρίως δε στην πολιορκία και την άλωση της Τριπολιτσάς, και σε άλλες μάχες στη Στερεά Ελλάδα. Ήταν ένας από τους σημαντικότερους αγωνιστές της Επανάστασης του 1821. Συντηρούσε δικό του σώμα ενόπλων με άνδρες που προέρχονταν από διάφορα μέρη της Ελλάδας.

Του Λεωνίδα το σπαθί,
Νικηταράς θα το φορεί

Συμμετείχε στην αντιμετώπιση του Δράμαλη στην Πελοπόννησο. Στον ελληνικό λαό  έμεινε με το αγαπημένο του προσωνύμιο Νικηταράς, που του αποδόθηκε μετά τη Μάχη στα Δερβενάκια. Ο Νικηταράς πήρε μέρος σε πολλές ακόμη μάχες, μέχρι που απελευθερώθηκε η χώρα. Μετά την επανάσταση είχε εμπλακεί σε συνωμοσία εναντίον του Όθωνα, και είχε προδοθεί η δράση των συνωμοτών από ένα πρώην μέλος.Η ελληνική κυβέρνηση, συνέλαβε τον Νικηταρά το 1839 και τον καταδίκασε σε ενάμιση χρόνο φυλάκιση, την οποία εξέτισε στις φυλακές της Αίγινας. Όταν αποφυλακίστηκε, η υγεία του ήταν εξασθενημένη από τα βασανιστήρια που υπέστη κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του. Του χορηγήθηκε άδεια επαιτείας στο χώρο όπου υπάρχει σήμερα ο ναός της Ευαγγελίστριας Πειραιώς, κάθε Παρασκευή. Το 1843, όταν ο βασιλιάς Όθωνας αναγκάστηκε να δώσει Σύνταγμα στην Ελλάδα, του απονεμήθηκε ο βαθμός του υποστρατήγου, μαζί με μία πενιχρή σύνταξη. Κατόπιν, το διάστημα 7/9/1844 – 20/12/1844 διετέλεσε Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, και το 1847 διορίστηκε Γερουσιαστής. Απεβίωσε στις 25 Σεπτεμβρίου 1849 σε ηλικία 67 ετών. Τελευταία του επιθυμία ήταν να ταφεί δίπλα στον θείο του Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών. Άφησε Απομνημονεύματα, τα οποία υπαγόρευσε στον εθνικό δικαστή Γεώργιο Τερτσέτη.

Θεοδώρητος Βρεσθένης: Γεννήθηκε στη Νεμνίτσα (σημ. Μεθύδριο) της Αρκαδίας το 1787. Μία από τις ηγετικές μορφές ιερωμένων αγωνιστών τής ελληνικής Επανάστασης ήταν και ο επίσκοπος Βρεσθένης Θεοδώρητος, «κατά κόσμον Θωμάς Κωστάκης ή Βελέντζας. Σπούδασε στη φημισμένη Σχολή της Δημητσάνας. Το 1819 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρία. Υπήρξε από τους πρώτους .Ήταν αφιλοκερδής και άκρως πατριωτικός. Διετέλεσε επίσκοπος στην επισκοπή Βρεσθένης με έδρα τα Βρέσθενα της Λακωνίας.  Με την κήρυξη τού Αγώνα πρωτοστάτησε στην ίδρυση στρατοπέδου στα Βέρβενα από ομάδα Βρεσθενιτών και άλλων αγωνιστών. Πολέμησε στο Βαλτέτσι, στη Βέρβαινα και στα Δολιανάκαι έπαιξε σημαντικό ρόλο στην άλωση τής Τριπολιτσάς. Ο Κολοκοτρώνης σε μια επιστολή του προς τον Θεοδώρητο τον προσφωνεί “καπετάν δεσπότη”. Επίσης αναφέρεται ότι αντί για ράσα φορούσε φουστανέλλα.  Μετά την άλωση της Τριπολιτσάς ακολούθησε πολιτική σταδιοδρομία. Διετέλεσε πρόεδρος της Πελοποννησιακής Γερουσίας, αντιπρόεδρος της Β΄Εθνοσυνελεύσεως στο Άστρος και αντιπρόεδρος του Βουλευτικού, μέχρι τον θάνατό του. Το 1822 υπέστη μια επτάμηνη σκληρή δοκιμασία στο Ναύπλιο. Θέτοντας το συμφέρον της Πατρίδας πάνω από τον εαυτό του αποδέχθηκε τον κίνδυνο να εισέλθει στο τουρκοκρατούμενο Παλαμήδι για να διαπραγματευθεί την παράδοση του. Οι Τούρκοι τον κράτησαν όμηρο, τον βασάνισαν ανελέητα και απειλούσαν συνεχώς τη ζωή του. Ημιθανής εξήλθε της αιχμαλωσίας, αλλά βρήκε τη δύναμη να συνεχίσει την προσφορά του. Υποστήριξε την παιδεία και ίδρυσε στην επισκοπή του το «Βρεσθένειο» και το «Βαμβακώο» Ελληνικό σχολείο, που φρόντισε να στελεχώσει με καλούς δασκάλους. Το 1837 εξελέγη μέλος της Ιεράς Συνόδου και ήρθε στην Αθήνα. Τότε έγινε και μέλος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, αποδεικνύοντας για μια ακόμη φορά το ενδιαφέρον του για την παιδεία. Ήταν φλογερός πατριώτης, γενναίος, έξυπνος και πρωταγωνίστησε στις εμφύλιες διενέξεις. Τολμηρός, φιλόδοξος και αποφασιστικός, αγωνίστηκε για την ελευθερία τής πατρίδας του και έδωσε θάρρος στο αγωνιζόμενο έθνος. Προς το τέλος του βίου του τού αφαιρέθηκε η επισκοπή και παρέμεινε στην Αθήνα, στη Μονή Πετράκη. Πέθανε πάμφτωχος στην Αθήνα στις 26 Απριλίου 1843 σε ηλικία 56 ετών.                                                                                                                                                                                                                        Στην περιήγηση συμμετείχαν οι μαθητές της Α΄τάξης Λυκείου του 1ου Γενικού Λυκείου Τρίπολης με τη συνοδεία της εκπαιδευτικού ΠΕ02 κας Σαραντοπούλου.

Επιστροφή